Κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής, οι γνωστικές λειτουργίες εξελίσσονται παράλληλα με τις σωματικές λειτουργίες και εκπίπτουν προοδευτικά.
Ανά δεκαετία ζωής, παρατηρούνται αλλαγές στη μνήμη και συχνά σε άλλες γνωστικές λειτουργίες (προσοχή, συγκέντρωση, λόγος, συλλογισμός). Μετά την ηλικία των 50 ετών μάλιστα, τα παράπονα για δυσκολίες αυξάνονται.
Συχνά υπάρχει ανησυχία ότι:
- Ξεχνάμε πρόσφατα γεγονότα αλλά θυμόμαστε τα παλιά
- Δεν θυμόμαστε πού βάλαμε τα κλειδιά μας ή κάποιο λογαριασμό
- Δεν θυμόμαστε αμέσως το όνομα κάποιου που συναντήσαμε τυχαία στο δρόμο
- Ξεχνάμε τι είχαμε προγραμματίσει να κάνουμε
- Δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε εύκολα να διαβάσουμε ένα βιβλίο
- Δυσκολευόμαστε να κάνουμε δύο εργασίες ταυτόχρονα
- Δεν βρίσκουμε εύκολα μια λέξη για να εκφραστούμε
- Δυσκολευόμαστε να προσαρμοστούμε σε κάτι καινούργιο
Η συνειδητοποίηση τέτοιων δυσκολιών κάνει τους μεσήλικες και τους ηλικιωμένους να ανησυχούν ότι παρουσιάζουν κάποιο πρόβλημα ως προς τη μνήμη τους και τις γνωστικές τους λειτουργίες γενικότερα και να φοβούνται ότι τα προβλήματα αυτά αποτελούν τα πρώτα σημάδια άνοιας (συχνότερα φοβούνται ότι θα πάθουν Alzheimer). Η έντονη ανησυχία επιτείνει το άγχος, επηρεάζει τη συναισθηματική διάθεση και επιβαρύνει περισσότερο τη μνήμη, την προσοχή και τις επιμέρους γνωστικές λειτουργίες.
Κάποιες από αυτές τις δυσκολίες είναι φυσιολογικές και δεν επηρεάζουν, ενώ άλλες είναι σημαντικές και επιδρούν στην καθημερινότητά. Όταν απουσιάζουν σοβαρές οργανικές παθήσεις (πχ. νευρολογικές νόσοι, όπως κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εγκεφαλικό επεισόδιο, σκλήρυνση κατά πλάκας, ή χρόνιες ψυχικές παθήσεις), οι δυσκολίες αυτές συχνά σχετίζονται με αλλαγές στο ημερήσιο πρόγραμμα πιθανώς λόγω συνταξιοδότησης, με αλλαγές στον ύπνο, με έλλειψη βιταμινών, με σωματικά προβλήματα υγείας ή άλλα οικονομικής ή και ενδοοικογενειακής φύσεως, τα οποία έχουν σημαντική επίπτωση στη συναισθηματική κατάσταση του ατόμου. Παράλληλα μπορεί να γίνεται ακούσια σύγκριση με το παλαιότερο επίπεδο ικανοτήτων και λειτουργικότητας ή και με την παρουσία ατόμου με παρόμοια -συχνά σοβαρά- προβλήματα στο στενό οικογενειακό περιβάλλον (συγγενής με άνοια).
Η έλεγχος των γνωστικών λειτουργιών περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, όπου καταγράφεται το ιστορικό, εκτιμάται η κλινική εικόνα του ατόμου και αξιολογείται η παρουσία ή απουσία προβλημάτων μνήμης με τη χρήση των κατάλληλων δοκιμασιών. Τα κλινικά ευρήματα μπορούν να συμπληρώσουν κάποιες αιματολογικές ή/και απεικονιστικές εξετάσεις και κατόπιν όλων αυτών ο εξειδικευμένος ιατρός θα προχωρήσει στη σύσταση της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής (εάν κριθεί απαραίτητο) και μπορεί προτείνει αλλαγές στον τρόπο ζωής και νοητικές ασκήσεις ανάλογα με το είδος και το βαθμό της δυσκολίας.